Skip to content

Πράξη για τις ψηφιακές αγορές: Διασφάλιση δίκαιων και ανοικτών ψηφιακών αγορών

Τι είναι η πράξη για τις ψηφιακές αγορές;

Η πράξη για τις ψηφιακές αγορές θεσπίζει κανόνες για τις πλατφόρμες που ενεργούν ως «ρυθμιστές πρόσβασης» στον ψηφιακό τομέα. Πρόκειται για πλατφόρμες με σημαντικό αντίκτυπο στην εσωτερική αγορά, που λειτουργούν ως σημαντικές ψηφιακές πύλες για τους επιχειρηματικούς χρήστες ώστε αυτοί να προσεγγίσουν τους πελάτες τους και διαθέτουν, ή προβλέπεται ότι θα διαθέτουν, παγιωμένη και διαρκή θέση. Τα χαρακτηριστικά αυτά μπορούν να τους παράσχουν την εξουσία να ενεργούν ως ιδιωτικοί φορείς θέσπισης κανόνων και να θέτουν φραγμούς μεταξύ επιχειρήσεων και καταναλωτών.

Η πράξη για τις ψηφιακές αγορές έχει ως στόχο να αποτρέψει την επιβολή αθέμιτων όρων από τους ρυθμιστές πρόσβασης στις επιχειρήσεις και τους καταναλωτές και να διασφαλίσει τον ανοικτό χαρακτήρα σημαντικών ψηφιακών υπηρεσιών. Παραδείγματα αυτών των αθέμιτων όρων που επιβάλλονται ενίοτε από τους ρυθμιστές πρόσβασης είναι η απαγόρευση πρόσβασης των επιχειρήσεων στα ίδια τους τα δεδομένα, όταν δραστηριοποιούνται σε αυτές τις πλατφόρμες, ή καταστάσεις στις οποίες οι χρήστες είναι εγκλωβισμένοι σε μια συγκεκριμένη υπηρεσία και έχουν περιορισμένες επιλογές για εναλλακτικές υπηρεσίες.

Η εφαρμογή κοινών κανόνων σε ολόκληρη την ενιαία αγορά θα προωθήσει την καινοτομία, την ανάπτυξη και την ανταγωνιστικότητα και θα διευκολύνει την επέκταση μικρότερων πλατφορμών, μικρών και μεσαίων επιχειρήσεων και νεοφυών επιχειρήσεων, οι οποίες θα έχουν στη διάθεσή τους ένα ενιαίο, σαφές πλαίσιο σε επίπεδο ΕΕ.

 

Ποιοι θα υπόκεινται στην πράξη για τις ψηφιακές αγορές;

Η πράξη για τις ψηφιακές αγορές θα είναι εφαρμοστέα μόνο σε μεγάλες επιχειρήσεις που προσδιορίζονται ως «ρυθμιστές πρόσβασης» σύμφωνα με αντικειμενικά κριτήρια που ορίζονται στην πρόταση. Πρόκειται για πλατφόρμες που έχουν σημαντικό ρόλο στην εσωτερική αγορά λόγω του μεγέθους και της σημασίας τους ως ρυθμιστών πρόσβασης για τους επιχειρηματικούς χρήστες ώστε αυτοί να προσεγγίσουν τους πελάτες τους.

Οι επιχειρήσεις αυτές ελέγχουν τουλάχιστον μία καλούμενη «βασική υπηρεσία πλατφόρμας» (όπως μηχανές αναζήτησης, υπηρεσίες κοινωνικής δικτύωσης, ορισμένες υπηρεσίες ανταλλαγής μηνυμάτων, λειτουργικά συστήματα και επιγραμμικές υπηρεσίες διαμεσολάβησης) και διαθέτουν σταθερή, μεγάλη βάση χρηστών σε πολλές χώρες της ΕΕ.

Συγκεκριμένα, υπάρχουν τρία βασικά σωρευτικά κριτήρια για την υπαγωγή μιας επιχείρησης στο πεδίο εφαρμογής της πράξης για τις ψηφιακές αγορές:

  1. Μέγεθος που έχει αντίκτυπο στην εσωτερική αγορά: αυτό το κριτήριο πληρούται όταν η επιχείρηση εμφανίζει στον Ευρωπαϊκό Οικονομικό Χώρο (ΕΟΧ) ετήσιο κύκλο εργασιών ίσο με 6,5 δισ. ευρώ ή και μεγαλύτερο κατά τα τρία τελευταία οικονομικά έτη, ή όταν έχει μέση κεφαλαιοποίηση αγοράς ή ισοδύναμη πραγματική αγοραία αξία που ανέρχεται σε τουλάχιστον 65 δισ. ευρώ κατά το τελευταίο οικονομικό έτος, και παρέχει βασική υπηρεσία πλατφόρμας σε τουλάχιστον τρία κράτη μέλη·
  2. Έλεγχος σημαντικής ψηφιακής πύλης για τους επιχειρηματικούς χρήστες προς τους τελικούς καταναλωτές: αυτό το κριτήριο πληρούται όταν η επιχείρηση ελέγχει μία βασική υπηρεσία πλατφόρμας με πάνω από 45 εκατομμύρια ενεργούς τελικούς χρήστες κάθε μήνα, οι οποίοι είναι εγκατεστημένοι ή βρίσκονται στην ΕΕ, και πάνω από 10 000 ενεργούς επιχειρηματικούς χρήστες εγκατεστημένους στην ΕΕ ετησίως κατά το τελευταίο οικονομικό έτος·
  3. (Αναμενόμενη) παγιωμένη και διαρκή θέση: αυτό το κριτήριο πληρούται όταν η επιχείρηση πληροί τα άλλα δύο κριτήρια για κάθε ένα από τα τελευταία τρία οικονομικά έτη.

Αν καλύπτονται όλα αυτά τα ποσοτικά όρια, η συγκεκριμένη επιχείρηση τεκμαίρεται ότι αποτελεί ρυθμιστή πρόσβασης, εκτός αν προβάλει τεκμηριωμένα επιχειρήματα προς απόδειξη του εναντίου. Αν δεν καλύπτονται όλα αυτά τα όρια, η Επιτροπή μπορεί να αξιολογήσει, στο πλαίσιο έρευνας αγοράς για τον ορισμό των ρυθμιστών πρόσβασης, την ιδιαίτερη κατάσταση μιας συγκεκριμένης επιχείρησης και να αποφασίσει αν θα τη χαρακτηρίσει ως ρυθμιστή πρόσβασης, βάσει ποιοτικής αξιολόγησης.

 

Ποιες είναι οι συνέπειες του χαρακτηρισμού μιας επιχείρησης ως ρυθμιστή πρόσβασης, βάσει της πράξης για τις ψηφιακές αγορές;

Οι ρυθμιστές πρόσβασης θα φέρουν επιπλέον ευθύνη να συμπεριφέρονται κατά τρόπο που διασφαλίζει ένα ανοιχτό επιγραμμικό περιβάλλον, δίκαιο για τις επιχειρήσεις και τους καταναλωτές και ανοικτό στην καινοτομία για όλους, συμμορφούμενοι με συγκεκριμένες υποχρεώσεις που έχουν καθοριστεί στο σχέδιο νομοθετικής πράξης.

Σύμφωνα με την πράξη για τις ψηφιακές αγορές, οι επιχειρήσεις που προσδιορίζονται ως ρυθμιστές πρόσβασης θα πρέπει να προβαίνουν προορατικά σε συγκεκριμένες ενέργειες, ενώ θα πρέπει να μην επιδίδονται σε αθέμιτες συμπεριφορές, οι οποίες ορίζονται στη νομοθετική πράξη με βάση την έως τώρα εμπειρία από την αγορά.

Όταν μια επιχείρηση δεν διαθέτει ακόμη παγιωμένη και διαρκή θέση, αλλά προβλέπεται ότι στο εγγύς μέλλον θα τη διαθέτει, θα εφαρμόζεται αναλογικό υποσύνολο υποχρεώσεων, ώστε να διασφαλίζεται ότι ο εν λόγω ρυθμιστής πρόσβασης δεν αποκτά με αθέμιτα μέσα παγιωμένη και διαρκή θέση όσον αφορά τις δραστηριότητές του.

 

Τι πρέπει να κάνουν και τι να αποφεύγουν οι ρυθμιστές πρόσβασης;

Με την πράξη για τις ψηφιακές αγορές θεσπίζεται σειρά υποχρεώσεων τις οποίες θα πρέπει να εφαρμόζουν οι ρυθμιστές πρόσβασης στην καθημερινή τους λειτουργία για τη διασφάλιση δίκαιων και ανοικτών ψηφιακών αγορών.

Ορισμένα παραδείγματα επιτρεπόμενης συμπεριφοράς:

  • Θα υπάρχουν συγκεκριμένες καταστάσεις κατά τις οποίες οι ρυθμιστές πρόσβασης πρέπει να επιτρέπουν σε τρίτους να αλληλεπιδρούν με τις υπηρεσίες του εκάστοτε ρυθμιστή πρόσβασης·
  • Οι ρυθμιστές πρόσβασης πρέπει να παρέχουν στις εταιρείες, που διαφημίζουν στην πλατφόρμα τους, πρόσβαση στα εργαλεία μέτρησης επιδόσεων του ρυθμιστή πρόσβασης και τις απαραίτητες πληροφορίες ώστε οι διαφημιστές και οι εκδότες να διενεργούν τη δική τους ανεξάρτητη επαλήθευση του αποθέματος διαφημίσεων τους που φιλοξενούν οι ρυθμιστές πρόσβασης·
  • Οι ρυθμιστές πρόσβασης πρέπει να επιτρέπουν στους επιχειρηματικούς χρήστες τους να προωθούν τις προσφορές τους και να συνάπτουν συμβάσεις με τους πελάτες τους εκτός της πλατφόρμας του ρυθμιστή πρόσβασης·
  • Οι ρυθμιστές πρόσβασης πρέπει να παρέχουν στους επιχειρηματικούς χρήστες τους πρόσβαση στα δεδομένα που παράγονται κατά τις δραστηριότητές τους στην πλατφόρμα του ρυθμιστή πρόσβασης.

Ορισμένα παραδείγματα απαγορευμένης συμπεριφοράς:

  • Οι ρυθμιστές πρόσβασης δεν μπορούν πλέον να εμποδίζουν την απεγκατάσταση προεγκατεστημένου λογισμικού ή προεγκατεστημένων εφαρμογών από τους χρήστες·
  • Οι ρυθμιστές πρόσβασης δεν μπορούν να χρησιμοποιούν δεδομένα που έχουν λάβει από τους επιχειρηματικούς τους χρήστες για να ανταγωνιστούν με τους εν λόγω επιχειρηματικούς χρήστες·
  • Οι ρυθμιστές πρόσβασης δεν επιτρέπεται να περιορίζουν την πρόσβαση των χρηστών τους σε υπηρεσίες που οι τελευταίοι ενδέχεται να έχουν αποκτήσει εκτός της πλατφόρμας τους.

 

Πώς λειτουργεί πραγματικά η πράξη για τις ψηφιακές αγορές;

Μόλις τεθεί σε ισχύ η πράξη για τις ψηφιακές αγορές, η Επιτροπή θα αξιολογήσει πρώτα κατά πόσον οι επιχειρήσεις που δραστηριοποιούνται σε βασικές υπηρεσίες πλατφόρμας είναι δυνατό να χαρακτηριστούν «ρυθμιστές πρόσβασης» βάσει της πράξης για τις ψηφιακές αγορές:

  1. Οι επιχειρήσεις θα πρέπει να επαληθεύουν οι ίδιες αν καλύπτουν τα ποσοτικά όρια που περιλαμβάνονται στην πράξη για τις ψηφιακές αγορές ώστε να χαρακτηριστούν ρυθμιστές πρόσβασης. Στη συνέχεια, θα πρέπει να παρέχουν στην Επιτροπή πληροφορίες σχετικά με το εν λόγω ζήτημα.
  2. Στη συνέχεια, η Επιτροπή θα ορίζει ως «ρυθμιστές πρόσβασης» τις επιχειρήσεις που καλύπτουν τα όρια της πράξης για τις ψηφιακές αγορές με βάση τις πληροφορίες που παρέχουν οι επιχειρήσεις (θα υπάρχει δυνατότητα τεκμηριωμένης αντίκρουσης) και/ή έπειτα από έρευνα αγοράς.
  3. Εντός έξι μηνών από τον χαρακτηρισμό μιας επιχείρησης ως «ρυθμιστή πρόσβασης», αυτή θα πρέπει να συμμορφώνεται με τις υποχρεώσεις (τα «πρέπει») και τις απαγορεύσεις (τα «μη») σύμφωνα με την πράξη για τις ψηφιακές αγορές. Για τους ρυθμιστές πρόσβασης που δεν διαθέτουν ακόμη παγιωμένη και διαρκή θέση, αλλά αναμένεται να τη διαθέτουν στο εγγύς μέλλον, ισχύουν μόνο οι υποχρεώσεις που είναι αναγκαίες και κατάλληλες ώστε να διασφαλίζεται ότι η επιχείρηση δεν αποκτά με αθέμιτα μέσα την εν λόγω παγιωμένη και διαρκή θέση όσον αφορά τις δραστηριότητές της.

 

Τι συμβαίνει εάν οι ρυθμιστές πρόσβασης αγνοούν τους κανόνες;

Για να εξασφαλιστεί η αποτελεσματικότητα των νέων κανόνων, προβλέπεται η δυνατότητα επιβολής κυρώσεων σε περίπτωση μη συμμόρφωσης με τις απαγορεύσεις ή τις υποχρεώσεις.

Σε περίπτωση που οι ρυθμιστές πρόσβασης δεν συμμορφώνονται με τους κανόνες, η Επιτροπή μπορεί να επιβάλει πρόστιμο έως 10 % και περιοδικές χρηματικές ποινές έως 5 % επί του συνολικού ετήσιου κύκλου εργασιών που εμφανίζει η εκάστοτε επιχείρηση σε παγκόσμιο επίπεδο.

Σε περίπτωση συστηματικών παραβάσεων, η Επιτροπή μπορεί να επιβάλει πρόσθετα διορθωτικά μέτρα. Όταν είναι αναγκαίο για την εξασφάλιση συμμόρφωσης, και εφόσον δεν υπάρχει εναλλακτική επιλογή, υπάρχουν διαθέσιμα εξίσου αποτελεσματικά μέτρα, τα οποία μπορούν να συμπεριλαμβάνουν και διαρθρωτικά διορθωτικά μέτρα, όπως η επιβολή στον ρυθμιστή πρόσβασης της υποχρέωσης να πωλήσει την επιχείρηση ή τμήματά της (π.χ. πωλήσεις μονάδων, περιουσιακών στοιχείων, δικαιωμάτων διανοητικής ιδιοκτησίας ή εμπορικών σημάτων).

 

Που αποσκοπούν οι έρευνες της αγοράς στο πλαίσιο της πράξης για τις ψηφιακές αγορές;

Για να διασφαλιστεί ότι οι νέοι κανόνες για τους ρυθμιστές πρόσβασης συμβαδίζουν με τον ταχύ ρυθμό των ψηφιακών αγορών, η Επιτροπή θα έχει την εξουσία να διενεργεί έρευνες αγοράς. Ο σκοπός των ερευνών αγοράς είναι τριπλός:

  1. Χαρακτηρισμός ρυθμιστών πρόσβασης οι οποίοι δεν καλύπτουν τα ποσοτικά όρια που προβλέπονται στην πράξη για τις ψηφιακές αγορές ή καλύπτουν μεν τα εν λόγω όρια, αλλά έχουν προβάλει τεκμηριωμένη αντίκρουση του θεωρούμενου χαρακτηρισμού που έχει βασιστεί στα εν λόγω όρια·
  2. Προσδιορισμός του κατά πόσον άλλες υπηρεσίες εντός του ψηφιακού τομέα θα πρέπει να προστεθούν στον κατάλογο των βασικών υπηρεσιών πλατφόρμας που εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής του κανονισμού, ή του κατά πόσον προκύπτουν νέες πρακτικές οι οποίες ενέχουν τον κίνδυνο να εμφανίσουν τις ίδιες επιζήμιες επιπτώσεις με αυτές που ήδη καλύπτονται από τον κανονισμό·
  3. Σχεδιασμός πρόσθετων διορθωτικών μέτρων σε περίπτωση που ρυθμιστές πρόσβασης παραβαίνουν συστηματικά τους κανόνες που προβλέπονται στην πράξη για τις ψηφιακές αγορές.

 

Ποιος θα επιβάλει την πράξη για τις ψηφιακές αγορές;

Δεδομένου του διασυνοριακού χαρακτήρα των ρυθμιστών πρόσβασης και της συμπληρωματικότητας της πράξης για τις ψηφιακές αγορές με την πράξη για τις ψηφιακές υπηρεσίες και άλλους κανόνες της εσωτερικής αγοράς και, ειδικότερα, με τη νομοθεσία περί ανταγωνισμού, η επιβολή της θα παραμείνει στην αρμοδιότητα της Επιτροπής. Τα κράτη μέλη μπορούν πάντα να ζητήσουν από την Επιτροπή να διενεργήσει έρευνα αγοράς με σκοπό τον ορισμό νέου ρυθμιστή πρόσβασης.

 

Θα έχουν δυνατότητα υποβολής αγωγών αποζημίωσης όσοι ζημιώνονται από τη συμπεριφορά των ρυθμιστών πρόσβασης;

Η πράξη για τις ψηφιακές αγορές έχει τη μορφή κανονισμού, ο οποίος περιέχει ακριβείς υποχρεώσεις και απαγορεύσεις για τους ρυθμιστές πρόσβασης που υπάγονται σε αυτόν και μπορεί να εφαρμοστεί απευθείας στα εθνικά δικαστήρια. Με αυτό τον τρόπο διευκολύνεται η άμεση υποβολή αγωγών αποζημίωσης από τους ζημιωθέντες από τη συμπεριφορά των μη συμμορφούμενων ρυθμιστών πρόσβασης.

 

Μπορεί η επιβολή της ισχύουσας νομοθεσίας περί ανταγωνισμού να αντιμετωπίσει αυτά τα ζητήματα;

Η πράξη για τις ψηφιακές αγορές συμπληρώνει την επιβολή της νομοθεσίας περί ανταγωνισμού σε ενωσιακό και εθνικό επίπεδο. Οι νέοι κανόνες ισχύουν με την επιφύλαξη της εφαρμογής των κανόνων ανταγωνισμού της ΕΕ (άρθρα 101 και 102 της ΣΛΕΕ)και των εθνικών κανόνων ανταγωνισμού όσον αφορά τη μονομερή συμπεριφορά.

Η ρύθμιση και η επιβολή των κανόνων του ανταγωνισμού συνυπάρχουν ήδη σε άλλους τομείς, όπως η ενέργεια, οι τηλεπικοινωνίες και οι χρηματοπιστωτικές υπηρεσίες. Η πράξη για τις ψηφιακές αγορές αφορά αθέμιτες πρακτικές από ρυθμιστές πρόσβασης που είτε: i) δεν εμπίπτουν στους ισχύοντες κανόνες της ΕΕ για τον έλεγχο του ανταγωνισμού είτε ii) δεν είναι δυνατό να αντιμετωπιστούν πάντα αποτελεσματικά από τους εν λόγω κανόνες λόγω του συστημικού χαρακτήρα κάποιων συμπεριφορών, καθώς και του ότι οι κανόνες ανταγωνισμού εφαρμόζονται εκ των υστέρων και κατά περίπτωση. Ως εκ τούτου, η πράξη για τις ψηφιακές αγορές θα ελαχιστοποιήσει εκ των προτέρων τις επιζήμιες διαρθρωτικές επιπτώσεις αυτών των αθέμιτων πρακτικών, χωρίς να περιορίζει τη δυνατότητα της ΕΕ να παρεμβαίνει εκ των υστέρων με την επιβολή των υφιστάμενων κανόνων ανταγωνισμού της ΕΕ.

 

Ποια είναι η νομική βάση της πράξης για τις ψηφιακές αγορές;

Το άρθρο 114 της ΣΛΕΕ διασφαλίζει τη λειτουργία της ενιαίας αγοράς και αποτελεί τη σχετική νομική βάση για την εν λόγω πρωτοβουλία.

Η ψηφιακές υπηρεσίες έχουν κατ’ ουσίαν διασυνοριακό χαρακτήρα. Οι νέοι κανόνες θα περιορίσουν τον κατακερματισμό των κανόνων για τις ψηφιακές υπηρεσίες, ιδίως όσον αφορά τις πλατφόρμες ρυθμιστών πρόσβασης, και θα μειώσουν το κόστος συμμόρφωσης για τις επιχειρήσεις που δραστηριοποιούνται στην εσωτερική αγορά.

Αρμόδιοι επικοινωνίας με τα ΜΜΕ

·         Johannes BAHRKE

Τηλέφωνο

+32 2 295 86 15

Ηλεκτρονική διεύθυνση

johannes.bahrke@ec.europa.eu

·         Arianna PODESTA

Τηλέφωνο

+32 2 298 70 24

Ηλεκτρονική διεύθυνση

arianna.podesta@ec.europa.eu

·         Charles MANOURY

Τηλέφωνο

+32 2 291 33 91

Ηλεκτρονική διεύθυνση

charles.manoury@ec.europa.eu

·         Maria TSONI

Τηλέφωνο

+32 2 299 05 26

Ηλεκτρονική διεύθυνση

maria.tsoni@ec.europa.eu

Ευρωπαϊκή Επιτροπή δεσμεύεται στην προστασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα. Όλα τα προσωπικά δεδομένα επεξεργάζονται σύμφωνα με τον Κανονισμό (EC) αριθ. 2018/1725. Όλα τα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα που επεξεργάζεται η Γενική Διεύθυνση Επικοινωνίας/Αντιπροσωπείες της Ευρωπαϊκής Επιτροπής θα διαχειρίζονται αναλόγως.

 

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *