Η ανάπτυξη στη ζώνη του ευρώ προβλέπεται να σημειώσει πτώση από 2,4% το 2017, το υψηλότερο επίπεδο της δεκαετίας, σε 2,1%, το 2018, και στη συνέχεια σε 1,9% το 2019 και 1,7% το 2020. Η ίδια τάση αναμένεται για την ΕΕ των 27, με προβλεπόμενη ανάπτυξη 2,2% το 2018, 2,0% το 2019 και 1,9% το 2020.
© European Union 2018 Director: Barbara Grahek-Lazarevic
Η περυσινή εξαιρετικά ευνοϊκή παγκόσμια κατάσταση συνέβαλε στην ενίσχυση της οικονομικής δραστηριότητας και των επενδύσεων στην ΕΕ και στη ζώνη του ευρώ. Παρά το πιο αβέβαιο περιβάλλον, σε όλα τα κράτη μέλη προβλέπεται να διατηρηθεί η ανάπτυξη, αλλά με βραδύτερο ρυθμό, χάρη στην ισχύ της εγχώριας κατανάλωσης και των επενδύσεων. Η Ευρώπη αναμένεται να διατηρήσει ρυθμό οικονομικής ανάπτυξης ανώτερο του δυνητικού και να συνεχίσει τη σημαντική δημιουργία θέσεων εργασίας και τη μείωση της ανεργίας, εκτός εάν υπάρξουν σοβαρές αναταράξεις. Ωστόσο, το βασικό αυτό σενάριο υπόκειται σε όλο και περισσότερους αλληλένδετους κινδύνους δυσμενέστερων εξελίξεων.
Ο Βάλντις Ντομπρόβσκις, αντιπρόεδρος της Επιτροπής και επίτροπος αρμόδιος για το Ευρώ και τον Κοινωνικό Διάλογο, καθώς και για τη Χρηματοπιστωτική Σταθερότητα, τις Χρηματοπιστωτικές Υπηρεσίες και την Ένωση Κεφαλαιαγορών, δήλωσε τα εξής: «Όλες οι οικονομίες της ΕΕ αναμένεται να σημειώσουν ανάπτυξη κατά το τρέχον και το επόμενο έτος, γεγονός που θα δημιουργήσει περισσότερες θέσεις εργασίας. Ωστόσο, η αβεβαιότητα και οι κίνδυνοι, τόσο εξωτερικοί όσο και εσωτερικοί, αυξάνονται και αρχίζουν να ανακόπτουν τον ρυθμό της οικονομικής δραστηριότητας. Δεν πρέπει να εφησυχάζουμε, αλλά αντίθετα να εντείνουμε τις προσπάθειές μας για να ενισχύσουμε την ανθεκτικότητα των οικονομιών μας. Σε επίπεδο ΕΕ, οφείλουμε να λάβουμε συγκεκριμένες αποφάσεις για την περαιτέρω ενίσχυση της Οικονομικής και Νομισματικής Ένωσης. Σε εθνικό επίπεδο, είναι ακόμη πιο επιτακτική η ανάγκη να δημιουργηθούν δημοσιονομικά αποθέματα και να μειωθεί το χρέος, ενώ παράλληλα πρέπει να διασφαλιστεί ότι τα οφέλη της ανάπτυξης θα γίνονται αισθητά και στα πλέον ευάλωτα μέλη της κοινωνίας.»
Ο Πιερ Μοσκοβισί, επίτροπος Οικονομικών και Δημοσιονομικών Υποθέσεων, Φορολογίας και Τελωνείων, δήλωσε τα εξής: «Η ευρωπαϊκή οικονομία επιδεικνύει ανθεκτικότητα και αναπτύσσεται με ρυθμό που σταδιακά επιβραδύνεται. Προβλέπουμε ότι η τάση αυτή θα συνεχιστεί την επόμενη διετία, καθώς η ανεργία εξακολουθεί να μειώνεται σε επίπεδα που δεν είχαν σημειωθεί από τότε που ξέσπασε η κρίση. Το δημόσιο χρέος στη ζώνη του ευρώ αναμένεται να συνεχίσει την πτωτική του πορεία, ενώ το έλλειμμα θα παραμείνει πολύ κάτω από το 1% του ΑΕΠ. Σε ένα όλο και πιο αβέβαιο διεθνές περιβάλλον, οι πολιτικοί ιθύνοντες τόσο στις Βρυξέλλες όσο και στις εθνικές πρωτεύουσες πρέπει να καταβάλουν κάθε προσπάθεια για να διασφαλίσουν ότι η ζώνη του ευρώ θα είναι αρκετά ισχυρή ώστε να αντιμετωπίζει αποτελεσματικά κάθε ενδεχόμενη μελλοντική πρόκληση.»
Η εγχώρια ζήτηση ως κινητήρια δύναμη για την ανάπτυξη
Η αύξηση της παγκόσμιας αβεβαιότητας, οι εντάσεις στο διεθνές εμπόριο και οι υψηλότερες τιμές του πετρελαίου θα έχουν αρνητικές συνέπειες για την οικονομική ανάπτυξη στην Ευρώπη. Μετά από αρκετά έτη έντονης αύξησης της απασχόλησης, η προοπτική επιβράδυνσης των βελτιώσεων στην αγορά εργασίας και αύξησης των περιορισμών από την πλευρά της προσφοράς σε ορισμένα κράτη μέλη θα μπορούσε επίσης να αυξήσει αυτές τις αρνητικές συνέπειες.
Οι κινητήριες δυνάμεις της ανάπτυξης θα πρέπει να έχουν όλο και περισσότερο εθνικό χαρακτήρα: η ιδιωτική κατανάλωση θα πρέπει να ευνοηθεί από τη μεγαλύτερη αύξηση των μισθών και τη λήψη δημοσιονομικών μέτρων σε ορισμένα κράτη μέλη. Οι όροι χρηματοδότησης και τα υψηλά ποσοστά χρησιμοποίησης της παραγωγικής ικανότητας αναμένεται να εξακολουθήσουν επίσης να ευνοούν τις επενδύσεις. Για πρώτη φορά από το 2007, οι επενδύσεις αναμένεται να αυξηθούν σε όλα τα κράτη μέλη το 2019.
Λαμβανομένων υπόψη όλων αυτών των παραγόντων, το ακαθάριστο εγχώριο προϊόν (ΑΕΠ) σε όλα τα κράτη μέλη αναμένεται ότι θα συνεχίσει να αυξάνεται, αλλά με βραδύτερο ρυθμό, και ελαφρώς χαμηλότερο από αυτόν που είχε προβλεφθεί το καλοκαίρι.
Η ανεργία εξακολουθεί να μειώνεται
Οι συνθήκες στην αγορά εργασίας εξακολούθησαν να βελτιώνονται το πρώτο εξάμηνο του 2018, καθώς η αύξηση της απασχόλησης παρέμεινε σταθερή, παρόλο που η οικονομική ανάπτυξη επιβραδύνθηκε.
Η δημιουργία θέσεων εργασίας θα πρέπει να συνεχίσει να ευνοείται από τη συνεχή ανάπτυξη και την υλοποίηση διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων σε ορισμένα κράτη μέλη. Η ανεργία αναμένεται να εξακολουθήσει να μειώνεται, αλλά με βραδύτερο ρυθμό από ό,τι στο παρελθόν, καθώς η αύξηση της απασχόλησης ενδεχομένως να επηρεαστεί αρνητικά από τις αυξανόμενες ελλείψεις εργατικού δυναμικού και την επιβράδυνση της οικονομικής ανάπτυξης.
Η ανεργία στη ζώνη του ευρώ αναμένεται να μειωθεί σε 8,4% φέτος, σε 7,9% το 2019 και σε 7,5% το 2020. Στην ΕΕ των 27, το ποσοστό ανεργίας προβλέπεται να ανέλθει σε 6,9% φέτος, και στη συνέχεια να μειωθεί σε 6,6% το 2019 και σε 6,3% το 2020. Αυτό θα είναι το χαμηλότερο ποσοστό ανεργίας αφότου άρχισε η μηνιαία καταγραφή της ανεργίας, τον Ιανουάριο του 2000.
Οι τιμές του πετρελαίου επηρεάζουν ανοδικά τον πληθωρισμό
Κατά την περίοδο των προβλέψεων, ο ονομαστικός πληθωρισμός αναμένεται να παραμείνει σε μέτρια επίπεδα. Στη ζώνη του ευρώ, ο πληθωρισμός προβλέπεται να ανέλθει σε 1,8% το 2018 και το 2019 και να μειωθεί σε 1,6% το 2020.
Η αύξηση των τιμών του πετρελαίου ώθησε προς τα πάνω τον πληθωρισμό κατά το τρέχον έτος και τα ισχυρά θετικά αποτελέσματα βάσης αναμένεται να συνεχιστούν το πρώτο τρίμηνο του επόμενου έτους. Ενώ ο δομικός πληθωρισμός, στον οποίο δεν συνυπολογίζονται οι τιμές της ενέργειας και των μη μεταποιημένων τροφίμων, είναι φέτος μέχρι στιγμής σχετικά συγκρατημένος, αναμένεται να αποτελέσει εκ νέου τη βασική κινητήρια δύναμη του ονομαστικού πληθωρισμού το 2020, καθώς οι μισθοί αυξάνονται εν μέσω της στενότητας των αγορών εργασίας.
Δημόσια οικονομικά: τα επίπεδα του χρέους μειώνονται και το συνολικό δημόσιο έλλειμμα στη ζώνη του ευρώ είναι σήμερα μικρότερο από 1%
Το έλλειμμα της γενικής κυβέρνησης στη ζώνη του ευρώ προβλέπεται να εξακολουθήσει να μειώνεται σε σχέση με το ΑΕΠ φέτος, χάρη στη μείωση των δαπανών για τόκους. Η πτωτική αυτή τάση αναμένεται να σταματήσει το επόμενο έτος, για πρώτη φορά από το 2009, καθώς ο δημοσιονομικός προσανατολισμός αναμένεται να είναι ελαφρώς επεκτατικός το 2019, προτού καταστεί γενικά ουδέτερος το 2020. Το έλλειμμα της γενικής κυβέρνησης στη ζώνη του ευρώ αναμένεται να αυξηθεί από 0,6% του ΑΕΠ το 2018 σε 0,8% το 2019 και να μειωθεί σε 0,7% το 2020. Το έλλειμμα της γενικής κυβέρνησης στην ΕΕ των 27 αναμένεται να αυξηθεί από 0,6% του ΑΕΠ το 2018 σε 0,8% το 2019 και να μειωθεί σε 0,6 % το 2020. Συνολικά, αναμένεται να σημειωθεί μία από τις πιο σημαντικές βελτιώσεις σε σύγκριση με πριν από δέκα χρόνια, το 2009, όταν το έλλειμμα κορυφώθηκε σε 6,2% στη ζώνη του ευρώ και σε 6,6% στην ΕΕ.
Ο λόγος χρέους προς το ΑΕΠ προβλέπεται να συνεχίσει να μειώνεται στη ζώνη του ευρώ και σχεδόν σε όλα τα κράτη μέλη, χάρη στη συνέχιση της ανάπτυξης και στα πρωτογενή πλεονάσματα που συμβάλλουν στη μείωση του χρέους. Στη ζώνη του ευρώ, ο λόγος του δημόσιου χρέους προς το ΑΕΠ αναμένεται να μειωθεί από 86,9% το 2018 σε 84,9% το 2019 και σε 82,8% το 2020, σημειώνοντας μείωση από την υψηλότερη τιμή του 94,2% το 2014. Στην ΕΕ των 27, ο λόγος χρέους της γενικής κυβέρνησης αναμένεται να μειωθεί από 80,6 % του ΑΕΠ το 2018 σε 78,6 % το 2019 και σε 76,7 % το 2020.
Πολλοί αλληλένδετοι κίνδυνοι και αβεβαιότητα επισκιάζουν τις προοπτικές
Οι προβλέψεις χαρακτηρίζονται από υψηλό βαθμό αβεβαιότητας και υπάρχουν πολλοί αλληλένδετοι κίνδυνοι δυσμενέστερων εξελίξεων. Η εκδήλωση οποιουδήποτε από αυτούς τους κινδύνους θα μπορούσε να ενισχύσει τους άλλους και να μεγιστοποιήσει τον αντίκτυπό τους.
Η υπερθέρμανση της αμερικανικής οικονομίας, που τροφοδοτείται από φιλοκυκλικά μέτρα δημοσιονομικής τόνωσης, θα μπορούσε να οδηγήσει σε ταχύτερη από την αναμενόμενη αύξηση των επιτοκίων, γεγονός που θα είχε πολλές αρνητικές δευτερογενείς επιπτώσεις, πέραν των ΗΠΑ, ιδίως στις αναδυόμενες αγορές που είναι ευάλωτες σε αλλαγές των ροών κεφαλαίων και εκτεθειμένες σε χρέος εκφρασμένο σε δολάρια ΗΠΑ. Η κατάσταση αυτή θα μπορούσε να οδηγήσει σε όξυνση των εντάσεων στις χρηματαγορές. Η ΕΕ θα μπορούσε επίσης να θιγεί λόγω των ισχυρών εμπορικών δεσμών της και της έκθεσης των τραπεζών.
Επιπλέον, η αναμενόμενη διεύρυνση του ελλείμματος του ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών των ΗΠΑ θα μπορούσε να τροφοδοτήσει περαιτέρω εντάσεις στο εμπόριο με την Κίνα, με αποτέλεσμα να αυξηθεί ο κίνδυνος άτακτης προσαρμογής στην Κίνα, δεδομένου του επιπέδου του εταιρικού χρέους και της χρηματοπιστωτικής αστάθειας. Οι αυξημένες εμπορικές εντάσεις θα μπορούσαν επίσης να πλήξουν την ΕΕ μέσω της επίδρασής τους στο κλίμα εμπιστοσύνης και στις επενδύσεις, καθώς και λόγω του υψηλού βαθμού ενσωμάτωσης της Ένωσης στις παγκόσμιες αξιακές αλυσίδες.
Εντός της ΕΕ, οι αμφιβολίες σχετικά με την ποιότητα και τη βιωσιμότητα των δημόσιων οικονομικών στα υπερχρεωμένα κράτη μέλη θα μπορούσαν να επεκταθούν σε εγχώριους τραπεζικούς τομείς, γεγονός που θα προκαλούσε ανησυχίες σχετικά με τη χρηματοπιστωτική σταθερότητα και θα δρούσε ανασταλτικά στην οικονομική δραστηριότητα.
Τέλος, εξακολουθούν να υπάρχουν οι κίνδυνοι που συνδέονται με την έκβαση των διαπραγματεύσεων για το «Brexit».
Σχετικά με το Ηνωμένο Βασίλειο, μια καθαρά τεχνική παραδοχή για το 2019 και το 2020
Για να υπάρχει δυνατότητα διαχρονικής σύγκρισης, οι προβλέψεις αφορούν και τα 28 κράτη μέλη, συμπεριλαμβανομένου του Ηνωμένου Βασιλείου. Δεδομένων των εν εξελίξει διαπραγματεύσεων για τους όρους της αποχώρησης του Ηνωμένου Βασιλείου από την ΕΕ, οι προβλέψεις της Επιτροπής βασίζονται σε μια καθαρά τεχνική παραδοχή διατήρησης της υπάρχουσας κατάστασης όσον αφορά τις εμπορικές σχέσεις μεταξύ της ΕΕ-27 και του Ηνωμένου Βασιλείου. Αυτό γίνεται μόνο για τους σκοπούς των προβλέψεων και δεν επηρεάζει καθόλου τις συνομιλίες που διεξάγονται στο πλαίσιο της διαδικασίας του άρθρου 50.
Ιστορικό
Οι προβλέψεις αυτές βασίζονται σε ένα σύνολο τεχνικών παραδοχών που αφορούν τις συναλλαγματικές ισοτιμίες, τα επιτόκια και τις τιμές των βασικών εμπορευμάτων, με καταληκτική ημερομηνία τις 22 Οκτωβρίου 2018. Για όλες τις υπόλοιπες εισροές στοιχείων, καθώς και για τις παραδοχές σχετικά με τις κρατικές πολιτικές, οι παρούσες προβλέψεις λαμβάνουν υπόψη στοιχεία που συγκεντρώθηκαν έως και τις 22 Οκτωβρίου. Οι προβλέψεις στηρίζονται στην παραδοχή των αμετάβλητων πολιτικών, εκτός εάν έχουν εξαγγελθεί πολιτικές με αξιόπιστο τρόπο και έχουν προσδιοριστεί με επαρκείς λεπτομέρειες.
Οι επόμενες προβλέψεις της Ευρωπαϊκής Επιτροπής θα αποτελέσουν επικαιροποίηση των προβλέψεων για το ΑΕΠ και τον πληθωρισμό στο πλαίσιο των ενδιάμεσων χειμερινών οικονομικών προβλέψεων του 2019, που θα δημοσιευτούν τον Φεβρουάριο του 2019.
Από φέτος, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή άρχισε εκ νέου να δημοσιεύει δύο ολοκληρωμένες προβλέψεις (εαρινές και φθινοπωρινές) και δύο ενδιάμεσες προβλέψεις (χειμερινές και θερινές) ετησίως, αντί των τριών συνολικών προβλέψεων τον χειμώνα, την άνοιξη και το φθινόπωρο, που δημοσίευε κάθε χρόνο από το 2012. Οι ενδιάμεσες προβλέψεις καλύπτουν τα ετήσια και τριμηνιαία στοιχεία για το ΑΕΠ και τον πληθωρισμό για το τρέχον και το επόμενο έτος για όλα τα κράτη μέλη και για τη ζώνη του ευρώ, καθώς και συγκεντρωτικά στοιχεία σε επίπεδο ΕΕ. Η αλλαγή αυτή αποτελεί επιστροφή στο προηγούμενο μοντέλο προβλέψεων της Επιτροπής και ευθυγραμμίζει εκ νέου το χρονοδιάγραμμα των προβλέψεων της Επιτροπής με το χρονοδιάγραμμα άλλων οργανισμών (π.χ. της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου και του Οργανισμού Οικονομικής Συνεργασίας και Ανάπτυξης).
Περισσότερες πληροφορίες
Πλήρες κείμενο: φθινοπωρινές οικονομικές προβλέψεις 2018
Ακολουθήστε τον αντιπρόεδρο Ντομπρόβσκις στο Twitter: @ VDombrovskis
Ακολουθήστε τον επίτροπο Μοσκοβισί στο Twitter: @ pierremoscovici
Ακολουθήστε τη ΓΔ ECFIN στο Twitter: @ ecfin